Το JUDO

Ας μιλήσουμε για το judo….

logo-simvoloΤο τζούντο είναι ένα δυναμικό ολυμπιακό άθλημα που έχει τις ρίζες του στην Ιαπωνία. Πατέρας αυτού του αθλήματος είναι ο Jigoro Kano ο οποίος μελέτησε το ju-jitsu για να δημιουργήσει ένα άθλημα πιο ασφαλές και με λιγότερους τραυματισμούς. Έτσι στηριζόμενος στις γνώσεις του ως παιδαγωγός αλλά και ως πτυχιούχος της φιλολογίας και των πολιτικών επιστημών, δημιούργησε ένα σύστημα εκγύμνασης απόλυτα ασφαλές. Στόχεψε στην διαμόρφωση του χαρακτήρα του αθλούμενου μέσω της ηθικής πειθαρχίας αλλά και της ορθής σωματικής διάπλασης. Το τζούντο λοιπόν γεννήθηκε και καθιερώθηκε εκτός από πολεμική τέχνη και ως τρόπος ζωής και κέρδιζε όλο και περισσότερους αθλητές. Ο Jigoro Kano υιοθέτησε την λέξη judo αφού το ju σημαίνει ‘ευγένεια-ηπιότητα-δεξιοτεχνία’ και το do που σημαίνει δρόμος, κάτι που εξέφραζε όλη την σημασία του αθλήματος «ο δρόμος της ευγένειας» έχοντας στο νου τον παρακάτω συνειρμό:

Jigoro KanoΑν αντισταθώ όταν ένας δυνατότερος άντρας με σπρώχνει με όλη του τη δύναμη απλά θα νικηθώ. Αν, αντί να αντισταθώ, οπισθοχωρήσω, τότε αυτός θα χάσει την ισορροπία του και φυσιολογικά θα σκύψει μπροστά, στην κατεύθυνση προς την οποία σπρώχνει. Αν εγώ χρησιμοποιώντας τη δύναμη της ώθησής του και καθώς χάνει την ισορροπία του εφαρμόσω μια τεχνική είναι αρκετά πιθανό να τον ανατρέψω. Να ένα παράδειγμα, πολύ απλό, για το πώς ένας αγωνιζόμενος μπορεί να νικήσει υποχωρώντας στη δύναμη του αντιπάλου του. Σε αυτό έγκειται και η αρχή της ευγένειας.

Αυτό είναι το Τζούντο. Μια πολεμική τέχνη που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στην Ιαπωνία, είχε άμεση επιρροή από το Ζίου Ζίτσου, αλλά παρουσίασε και καινούργια στοιχεία, που το έκαναν δημοφιλές σε ολόκληρο τον κόσμο. Ήταν, άλλωστε, το πρώτο εξ Ασίας άθλημα που συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων (το 1964 στο Τόκιο) και παρουσίασε στη διαδρομή του χρόνου πολύ μεγάλους αθλητές και αθλήτριες.

Λέγεται ότι ο Κάνο κατέληξε στο Τζούντο αναζητώντας τρόπους και νέες τεχνικές με τις οποίες θα αντιμετώπιζε τους μεγαλύτερους μαθητές του Ζίου Ζίτσου (σ.σ. Τζουτζούτσου όπως είναι η ακριβής ονομασία του). Η αλήθεια είναι ότι υιοθέτησε πολλές από τις τεχνικές του Ζίου Ζίτσου και ταυτόχρονα εφάρμοσε καινούργιες. Οριοθετώντας, όμως, ως βασικό στόχο του αθλήματος, εκτός από τη διάπλαση του ανθρώπινου σώματος και τη διαμόρφωση του ανθρώπινου χαρακτήρα μέσω της πνευματικής και ηθικής πειθαρχίας, μετέτρεπε το Τζούντο από μια νέα πολεμική τέχνη, σε πραγματικό τρόπο ζωής. Το 1882 ο Τζίγκορο Κάνο ίδρυσε το Kodokan Judo που σιγά-σιγά άρχισε να εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ιαπωνία. Το 1907 υπολογίζεται ότι είχε ήδη 10.000 αθλητές – μέλη.

Όταν, μάλιστα, εμφανίστηκαν οι τέσσερις «ουράνιοι φύλακες», ο Γίιρπο Σάικο, ο Τσουνέιρο Τομία, ο Γιοσιάκι Γιαμασίτα και ο Σακουΐρο Γιοκοχάμα, η σχολή του Τζιγκόρο Κάνο επικράτησε όλων των αθλητών του Ζιου Ζίτσου και ανέλαβε την εκπαίδευση της Αστυνομίας του Τόκιο. Το 1903 ο Γιαμασίτα κατ’ εντολή του Κάνο πήγε στις ΗΠΑ όπου διέδωσε το Τζούντο εκπαιδεύοντας ακόμη και τον Αμερικανό Πρόεδρο Τεοντόρ Ρούσβελτ.

Στις ΗΠΑ βρέθηκε κι ένας ακόμη φημισμένος αθλητής ο Μιτσούγκο Μαέντα που έδωσε 2.000 αγώνες χωρίς να γνωρίσει την ήττα (!), ενώ το 1915 το άθλημα διαδόθηκε και στη Βραζιλία. Ο Τζιγκόρο Κάνο δεν πρόλαβε να δει εν ζωή (πέθανε το 1938), την είσοδο του Τζούντο στους Ολυμπιακούς Αγώνες (το 1964 στο Τόκιο) ούτε την ίδρυση της Διεθνούς Ομοσπονδίας (το 1951), την οποία είχε προτείνει ο ίδιος από τη δεκαετία του ‘30. Για την ακρίβεια ήταν 12 Μαΐου του 1951 όταν σε ένα δωμάτιο του κινέζικου εστιατορίου Choy’ s στο Λονδίνο, εννέα χώρες υπέγραψαν την ιδρυτική διακήρυξη της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας. Αυτή τη στιγμή η Διεθνής Ομοσπονδία Τζούντο (IJF) έχει στα μητρώα της περισσότερες από 180 χώρες-μέλη. Νωρίτερα, το 1948, είχε ιδρυθεί η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Τζούντο ενώ το 1951 διεξήχθη και το πρώτο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα.

Η εισαγωγή των κατηγοριών επηρέασε άμεσα την ανάπτυξη του Τζούντο, ενώ οκτώ χρόνια πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, το 1964, στην ίδια πόλη, διεξήχθη το πρώτο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα με συμμετοχή 31 αθλητών από 21 χώρες.

Το 1980 διεξήχθη, για πρώτη φορά, Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και για τις γυναίκες. Δώδεκα χρόνια, αργότερα, το 1992 στη Βαρκελώνη το Τζούντο γυναικών συμπεριλαμβάνεται και στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων.

Αν και οι μεγάλες δυνάμεις του αθλήματος θεωρούνται η Γαλλία, η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Κούβα και η Ρωσία, η διασπορά των μεταλλίων στους Ολυμπιακούς Αγώνες είναι αρκετά μεγάλη. Είναι χαρακτηριστικό ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϊ τα 56 μετάλλια του αθλήματος μοιράστηκαν 25 χώρες, μια περισσότερη σε σχέση με τους αγώνες της Αθήνας το 2004.

Στην Ελλάδα το Τζούντο εμφανίστηκε λίγο μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Το 1977 αναγνωρίστηκε επίσημα, ως άθλημα και εντάχθηκε στον ΣΕΓΑΣ ενώ το 1985 ιδρύθηκε η Ελληνική Ομοσπονδία Τζούντο που σήμερα αριθμεί 150 και πλέον σωματεία με μια δύναμη 6.000 αθλητών και αθλητριών.

Ινστιτούτο Κόντοκαν

Το Ινστιτούτο Κόντοκαν, της Σχολής για τη Μελέτη της Οδού, εξακολουθεί να βρίσκεται στην καρδιά του παγκοσμίου Τζούντο. Αποτελεί την εξέλιξη της σχολής του Τζίγκορο Κάνο (σ.σ. ιδρύθηκε το 1882) και αναμιγνύει το λεγόμενο κλασσικό τζούντο με τον πρωταθλητισμό. Η Ιαπωνική ομοσπονδία τζούντο στεγάζεται στα κτίρια του Κόντοκαν, στο Τόκιο και όλοι οι τζουντόκα της Ιαπωνίας είναι μέλη του αφού έχουν κερδίσει τους βαθμούς τους στα εσωτερικά πρωταθλήματα του Ινστιτούτου.

Οι σημερινές εγκαταστάσεις του, στο κέντρο του Τόκιο, χτίστηκαν το 1958, ενώ το 1982 ανακαινίστηκαν και επεκτάθηκαν.  Αποτελεί ένα πραγματικό «πανεπιστήμιο» του τζούντο και αποτελεί πόλο έλξης για κάθε τζουντόκα. Τα μέλη του πλησιάζουν τα δύο εκατομμύρια και οι αίθουσές του είναι ανοιχτές σχεδόν όλη την ημέρα, για Ιάπωνες και ξένους τζουντόκα που επιθυμούν να ασκηθούν. Εντός του Ινστιτούτου φιλοξενούνται βιβιλιοθήκες, ξενώνες και ένα μουσείο του τζούντο, ενώ λειτουργούν μαθήματα τζούντο κάθε επιπέδου.